μαγιόλικα

μαγιόλικα
Κεραμικό είδος από λεπτή πορώδη και πλαστική άργιλο, με την οποία κατασκευάζονται οικιακά σκεύη, πλακίδια και καλλιτεχνικά αντικείμενα, τα οποία αφού στεγνώσουν και αδιαβροχοποιηθούν με το σύστημα της εφυάλωσης, τοποθετούνται σε ειδικά καμίνια και ψήνονται σε υψηλή θερμοκρασία. Η χρησιμοποιούμενη άργιλος περιέχει συνήθως μικρή ποσότητα ανθρακικού ασβεστίου και οξειδίου του σιδήρου, η οποία με το ψήσιμο της δίνει ένα υποκίτρινο χρώμα, καθώς και μερικές άλλες ουσίες, που κατά το ψήσιμο δίνουν στη μάζα μια ρευστότητα αυξάνοντας τη συνοχή των υλικών. Το πλάσιμο των σκευών γίνεται με τη βοήθεια του κεραμικού τροχού και άλλων ειδικών εργαλείων. Ο τροχός αποτελείται από ένα παχύ τραπέζι διατρυπημένο από έναν κατακόρυφο σιδερένιο άξονα στερεωμένο σε οριζόντιο βαρύ δίσκο, ο οποίος κινείται με το πόδι του τεχνίτη ή με ένα μικρό κινητήρα. Σε έναν άλλον, μικρότερο και επίσης οριζόντιο δίσκο, προσαρμοσμένο στον άξονα, τοποθετείται ανάλογη άργιλος, η οποία καθώς ο τροχός γυρίζει, πλάθεται με τα χέρια και αποκτά το επιθυμητό σχήμα. Αφού τα αντικείμενα πλαστούν και στεγνώσουν στον αέρα, τελειοποιούνται με εργαλεία ανάλογα με εκείνα των τορναδόρων του ξύλου. Τα συμπληρωματικά τμήματα (πόδια, λαβές, στόμια κ.ά.) πλάθονται χωριστά και προσκολλώνται στο κύριο σώμα όταν είναι ακόμα υγρό, με λάσπη από το ίδιο αργιλώδες μείγμα. Όταν το αντικείμενο διαμορφωθεί τελείως και στεγνώσει (συνήθως σε κλιβάνους με χαμηλή θερμοκρασία) καλύπτεται από ένα υαλώδες στρώμα, σμάλτο ή βερνίκι. Χρησιμοποιούνται βερνίκια διαφανή (από υαλώδεις ουσίες, οξείδια του μολύβδου κ.ά.), αδιαφανή ή χρωματιστά (από μεταλλικά οξείδια) και τοποθετούνται με εμβάπτισμα του αντικειμένου στο υγρό ή με επάλειψη. Το ψήσιμο της μ. πραγματοποιείται σε ειδικούς κλιβάνους. Δίνει αρκετή στερεότητα στα αντικείμενα, ώστε να μη σπάνε εύκολα, και τα αδιαβροχοποιεί. Η διακόσμηση της μ. γίνεται με διάφορους τύπους χρωμάτων (υαλοποιημένων ή μεταλλικών), που είτε αναμειγνύονται με την άργιλο και τη χρωματίζουν είτε τοποθετούνται στην επιφάνεια με πινέλο και σχηματίζουν τα διάφορα διακοσμητικά σχέδια. Για την ιστορία και τη διάδοση της καλλιτεχνικής μ., βλ. λ. κεραμική. Στην πετρογραφία, ο όρος μ. υποδηλώνει ένα ασβεστολιθικό αργιλώδες υπόλευκο πέτρωμα, του οποίου τα θραύσματα παρουσιάζουν κογχοειδείς επιφάνειες. Δείγμα μαγιόλικας, ασβεστολιθικού πετρώματος.
* * *
η
είδος κεραμεικών κομψοτεχνημάτων, σκευών, αγγείων και πλακών με στιλπνή ζωγραφισμένη επιφάνεια ή με πλούσια ανάγλυφη διακόσμηση από σμάλτο.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ιταλ. majolika «τής νήσου Μαγιόρκας»].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужна курсовая?

Look at other dictionaries:

  • κεραμική — Τέχνη παραγωγής χρηστικών και διακοσμητικών αντικειμένων από άργιλο και άλλες ουσίες. Τα αντικείμενα διαμορφώνονται από την εύπλαστη μάζα υγρού πηλού και υποβάλλονται σε αποξήρανση και ψήσιμο για να σκληρύνουν και να σταθεροποιηθούν. Η ποικιλία… …   Dictionary of Greek

  • κίνα — Επίσημη ονομασία: Λαϊκή Δημοκρατία της Κίνας Έκταση: 9.596.960 τ. χλμ. Πληθυσμός: 1.284.303.705 κάτ. (2002) Πρωτεύουσα: Πεκίνο ή Μπεϊτζίνγκ (6.619.000 κάτ. το 2003)Κράτος της ανατολικής Ασίας. Συνορεύει στα Β με τη Μογγολία και τη Ρωσία, στα ΒΑ… …   Dictionary of Greek

  • Ισημερινός ή Εκουαδόρ — Επίσημη ονομασία: Δημοκρατία του Ισημερινού Έκταση: 283.560 τ. χλμ. Πληθυσμός: 13.447.494 (2002) Πρωτεύουσα: Κίτο (1.399.814 κάτ. το 2002)Κράτος της Νότιας Αμερικής, στην οροσειρά των Άνδεων. Συνορεύει στα Β με την Κολομβία και στα Α και Ν με το… …   Dictionary of Greek

  • Ναγκόγια — (Nagoya). Πόλη (2.189.700 κάτ. το 2003) της κεντρικής Ιαπωνίας, στο νησί Χονσού, πρωτεύουσα του νομού Αϊτσί. Βρίσκεται στο εσωτερικό του κόλπου Ίσε, στις εκβολές του ποταμού Σονάι και περιβάλλεται στις τρεις πλευρές από την προσχωσιγενή πεδιάδα… …   Dictionary of Greek

  • αγγειοπλαστική — I (Τεχν.).Η κατασκευή αγγείων από πηλό ή άλλη ύλη. Είναι μία από τις αρχαιότερες τέχνες (τα πρώτα αγγεία χρονολογούνται από την 11η χιλιετία π.Χ.). Στην αρχή, η α. σκόπευε να καλύψει απλώς τις οικιακές ανάγκες. Γρήγορα, όμως, αρχίζει η… …   Dictionary of Greek

  • μαγιολική — η [μαγιόλικα] η τέχνη τής κατασκευής ειδών μαγιόλικας, από τη νήσο Μαγιόρκα …   Dictionary of Greek

  • τερακότα — (από μετάφραση του ελληνικού οπτή γη). Κεραμική ύλη με το χαρακτηριστικό κοκκινωπό χρώμα, που παράγεται όταν ψηθεί άργιλος με μεγάλη περιεκτικότητα σε σίδηρο. Η τ. ενώ στο παρελθόν χρησίμευε ειδικά για την κατασκευή πλαστικών καλλιτεχνικών… …   Dictionary of Greek

  • φαγεντιανός — ή, ό, Ν [Φαγεντία] 1. αυτός που προέρχεται από την γαλλική πόλη Φαγεντία ή Φαγιάνς ή την ιταλική πόλη Φαβεντία ή Φαέντσα 2. (το ουδ. πληθ. ως ουσ.) τα φαγεντιανά πήλινα αντικείμενα, εφυαλωμένα με κασσιτερούχο βερνίκι, που κατασκευάζονται στη… …   Dictionary of Greek

  • Βραζιλία — Επίσημη ονομασία: Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Βραζιλίας Έκταση: 8.547.404 τ.χλμ Πληθυσμός: 174.468.575 κάτ. (2001) Πρωτεύουσα: Μπραζίλια (2.043.169 κάτ. το 2000)Κράτος της Νότιας Αμερικής. Συνορεύει στα Β με τη Γαλλική Γουιάνα (ΒΑ), το Σουρινάμ,… …   Dictionary of Greek

  • Γαλλία — Επίσημη ονομασία: Δημοκρατία της Γαλλίας Έκταση: 547.030 τ.χλμ Πληθυσμός: 58.518.148 κάτ. (2000) Πρωτεύουσα: Παρίσι (2.125.246 κάτ. το 2000)Κράτος της δυτικής Ευρώπης. Συνορεύει στα ΝΑ με την Ισπανία και την Ανδόρα, στα Β με το Βέλγιο και το… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”